Καθώς, μετά το 1922, η καθ’ ημάς Ανατολή χάθηκε οριστικά, και έχει πια μεταβληθεί σε τουρκική Ανατολή – δεν βρισκόμαστε πλέον «μεταξύ Ανατολής και Δύσης», αλλά συνιστούμε το σύνορο της Δύσης απέναντι στην Ανατολή.
Μήπως όμως κινδυνεύουμε να βρεθούμε απλώς μετέωροι μεταξύ Ανατολής και Δύσης και η τελευταία να μας εγκαταλείψει για μια ακόμα φορά στους Οθωμανούς, όπως είχε κάνει το 1453;
Σήμερα, όμως, η συγκυρία έχει αντιστραφεί. Η Ευρώπη δεν είναι μια ανερχόμενη αποικιακή δύναμη αλλά ακολουθεί μια καθοδική πορεία που απειλεί να την οδηγήσει σε έναν δρόμο γεωπολιτικής ενδόρηξης. Οι ευρωπαϊκές χώρες κινδυνεύουν, μέσα στα επόμενα πενήντα χρόνια, να αποτελέσουν μία πληθυσμιακή απόληξη της Αφρικής και της Ασίας, μια «Ευραφρική» και μια «Ευρασία», ενώ η Ρωσία να μεταβληθεί σε παράρτημα της Κίνας και του ισλάμ.
Για να συνεχίσουν να αποτελούν έναν σημαντικό γεωπολιτικό παράγοντα, είναι υποχρεωμένες να συμπήξουν ένα κοινό οικονομικό, πολιτισμικό, πληθυσμιακό και αμυντικό μέτωπο που θα μπορούσε να διασφαλίσει την παρουσία τους στο νέο παγκόσμιο σκηνικό. Και η αντιμετώπιση του νεοθωμανισμού συνιστά προϋπόθεση της όποιας ευρωπαϊκής οικοδόμησης, καθώς μια πιθανή επικράτηση του τουρκικού ισλάμ στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια θα την πλήξει στο μαλακό της υπογάστριο.
Άλλωστε, ο ρόλος και η σημασία της Ανατολικής Ευρώπης στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι ισχυροποιείται διαρκώς, όπως υποδεικνύει η περίπτωση των βαλτικών χωρών, της Πολωνίας της Ρουμανίας και προπαντός της Ουκρανίας – ενώ και η Ρωσία θα πρέπει να επιλέξει σύντομα ανάμεσα στην τουρκομογγολική κατεύθυνση και την ευρωπαϊκή. Συνεπώς, σήμερα, η Ευρώπη χρειάζεται την Ελλάδα.
Οι Έλληνες, στο παρελθόν, διέσωσαν και διαμόρφωσαν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, στον Μαραθώνα, στη Σαλαμίνα και στον Γρανικό, επιτρέποντας στον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη να θεμελιώσουν τη σύγχρονη φιλοσοφική σκέψη, και στον Περικλή και τον Θουκυδίδη τη σύγχρονη πολιτική σκέψη.
Εν συνεχεία, μετέβαλαν τον χριστιανισμό σε οικουμενικό, αποσπώντας τον από την εβραϊκή αποκλειστικότητα· απέκρουσαν τα κύματα του αραβικού ισλάμ στα τείχη της Βασιλεύουσας (674-678, 717-718) και θα επιβεβαιώσουν τη σύνδεση με την αρχαία ελληνική σκέψη και πολιτισμό, από τον Αρεοπαγίτη έως τον Πλήθωνα και από τον Ρωμανό Μελωδό μέχρι τον Πανσέληνο· τέλος, με την πτώση τους, το 1453, θα θέσουν όρια στην τουρκική επέκταση προς την Ευρώπη, συμβάλλοντας ουσιωδώς στην αναγέννησή της. Ενώ, με την Επανάσταση του 1821, θα εγκαινιάσουν την αποσύνθεση της οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την απαρχή των εθνικών επαναστάσεων στην Ανατολική Ευρώπη.
Σήμερα, για να διασωθούν οι ίδιοι, είναι υποχρεωμένοι να αποτελέσουν το προζύμι μιας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, να λειτουργήσουν ως Ακρίτας και πολιτισμικός πυκνωτής της Ευρώπης, και να συνεχίσουν, αν όχι ισότιμοι με τη μεγάλη τους ιστορική παράδοση, τουλάχιστον αντάξιοί της.
Αυτός άλλωστε είναι και ο μόνος εφικτός τρόπος για να ξεφύγουν από τη «στενοχωρία» της μικρής Ελλάδας, καθώς η ιδιοπροσωπία μας υπήρξε πάντοτε και οικουμενική· και οι Έλληνες χρειάζονται μια «αποστολή», μια νέα «Μεγάλη Ιδέα» που να υπερβαίνει τα γεωγραφικά τους σύνορα!
Βεβαίως, αν αναλογιστεί κανείς την παρακμή του σύγχρονου ελληνισμού, μπορεί να αμφιβάλλει νομίμως για τη δυνατότητα αυτού του έθνους να διαδραματίσει έναν ανάλογο ρόλο.
Ωστόσο, οι μεγάλοι πολιτισμοί αφήνουν το «ίχνος» τους πάνω στις διαδοχικές ιστορικές μορφές για χιλιάδες χρόνια. Οι σύγχρονοι Έλληνες, παρότι στο επίπεδο της κουλτούρας, των παραγωγικών δομών, της φιλοσοφικής επεξεργασίας, των εκπαιδευτικών δομών, των γνώσεων, βρίσκονται όντως σε κατώτερο επίπεδο από άλλους κληρονόμους της ελληνορωμαϊκής παράδοσης, δηλαδή τους Δυτικούς, εντούτοις, ως προς την «αυθόρμητη ιδεολογία» τους, τον τρόπο του βίου, βρίσκονται πιο κοντά από οποιονδήποτε άλλον στον «ελληνικό δρόμο».
Εξ ου και η προτίμηση στις μικροϊδιοκτητικές δομές, στο εμπόριο και τη ναυτοσύνη, σε ό,τι αφορά στην παραγωγή· η άρνηση της νοησιαρχίας και του άτεγκτου εβραϊκού προφητισμού, η εμμονή στη σύνθεση νόησης και συναισθήματος, φύσης και πνεύματος, η ισορροπία μεταξύ μυστικισμού και ορθολογισμού, η «σωματική» σχέση με τη δημοκρατία, από την αρχαιότητα μέχρι τις κοινότητες, η απόρριψη του ολοκληρωτισμού κ.λπ. κ.λπ.
Και σήμερα, καθώς ο δυτικός δρόμος οδηγεί στον βαθμό μηδέν του πολιτισμού, του μετανθρώπου και μιας… lady Gaga, και ο ανατολικός στο «Ισλαμικό Κράτος», όχι μόνο αποκτά εκ νέου νόημα η ελληνική σύνθεση, αλλά προσλαμβάνει μια δραματική επικαιρότητα. Προφανώς, δεν ισχυριζόμαστε πως αυτός ο δρόμος μπορεί να «εκπροσωπηθεί» από την Ελλάδα αποκλειστικά. Απλώς η Ελλάδα, ως η ζώσα έκφραση της συνέχειας, θα μπορούσε να αποκτήσει ένα όραμα στα μεγέθη μιας οικουμενικής «αποστολής».
Ο «ελληνικός δρόμος», από τον Αριστοτέλη έως τον Μάξιμο τον Ομολογητή, ως σύνθεση ανάμεσα στην τεχνόσφαιρα και τη φύση, ανάμεσα στον νου και την καρδιά, ανάμεσα στη φύση και τον πολίτη («ζῶον πολιτικόν», «πρόσωπον»), μπορεί να συμβάλει στην άρση των αδιεξόδων του σημερινού κόσμου. Και επειδή οι Έλληνες δεν διαθέτουν τα μεγέθη, όπως η Κίνα π.χ., για να εκφράσουν αυτή την πρόταση αυτόνομα, είναι υποχρεωμένοι να το πράξουν ως κατ’ εξοχήν πολιτισμικό υποκείμενο και ως Ακρίτας – σε ολοένα και στενότερη σχέση με μια εξίσου απειλούμενη Ευρώπη, η οποία είναι και αυτή υποχρεωμένη να ανατρέξει στην παράδοσή της για να επιβιώσει.
Huffingtonpost.