Καθ. Μπαμπινιώτης: «Το ελληνικό σχολείο είναι άχρηστο. Τα παιδιά που το τελειώνουν είναι ουσιαστικά απαίδευτα και δεν θυμούνται τίποτα»

Άρθρα
Tools

Σήμερα απουσιάζει παντελώς η ζώνη πολιτισμού από την εκπαίδευση. Οι μαθητές θα έπρεπε να έρχονται σε επαφή από μικρή ηλικία με τον κινηματογράφο, τα εικαστικά, τη λογοτεχνία και τη μουσική.

Θα έπρεπε να προετοιμάζουμε από το σχολείο τους αυριανούς θεατές, ακροατές και αναγνώστες. Ακόμη κι ο αθλητισμός πάσχει στα ελληνικά σχολεία.

Ευτύχησα να έχω δασκάλους που δεν κοιτούσαν το ρολόι για το πότε θα φύγουν, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά κάθονταν πέραν του ωραρίου τους για να μιλήσουμε για ποίηση ή λογοτεχνία. Ήταν δάσκαλοι και όχι διδάσκοντες.

Ανέπτυσσες μια βιωματική σχέση μαθητείας και προσφοράς της γνώσης. Στην εποχή μας έχουμε πολλούς διδάσκοντες κι ελάχιστους δασκάλους. Ζούμε στην περίοδο της ήσσονος προσπάθειας. Τότε διεκδικούσες, δεν τα έβρισκες όλα έτοιμα, όπως σήμερα. Ατσαλωθήκαμε εξαιτίας της ανάγκης.

Η γλώσσα δεν είναι υπόθεση εργαστηρίου αλλά μας αφορά όλους. «Θάλασσα, πού να τα πω τα ελληνικά της πίκρας. Με δέντρα κεφαλαία πού να τα γράψω. Οι σοφοί να ξέρουν ν’ αποκρυπτογραφήσουν» έχει γράψει ο Ελύτης. Την περίοδο της κρίσης είναι πικρές οι αλήθειες της γλώσσας μας.

Πάσχουμε από κρίση ποιότητας της γλώσσας, ως προς τα ελληνικά που γράφουμε και μιλούμε. Κρίση ποιότητας της εκπαίδευσης. Στα σχολεία μας παρατηρείται μια στασιμότητα, μια δειλία και συχνά οι αποφάσεις λαμβάνονται από απαίδευτους. Και δεν εννοώ ανθρώπους που δεν εκπληρώνουν τα τυπικά προσόντα αλλά ακαλλιέργητους σε σχέση με τον πολιτισμό, τις αξίες και τις αρχές της εκπαίδευσης.

Και τέλος, πάσχουμε από κρίση της γενικότερης παιδείας διότι έχουμε γίνει δέσμιοι και εξαρτημένοι από το Διαδίκτυο, την τηλεόραση και το κινητό τηλέφωνο.

• Με τις συντομογραφίες ή τα greeklish έχουμε οδηγηθεί σ’ έναν κατατεμαχισμένο λόγο. Πασχίζουμε για συντομία και βιασύνη λες κι έχουμε εχθρό τον χρόνο, ειδικά σε μια λειτουργία όπως η επικοινωνία που αφορά συνάντηση ανθρώπου με άνθρωπο. Κι εμείς όλο αυτό το ευτελίζουμε σ’ έναν συγκεκομμένο τύπο λόγου που αγγίζει την κατάχρηση της ανθρώπινης επικοινωνίας.

Ο βασικός κίνδυνος είναι η αποξένωση από την «εικόνα» της λέξης. Μια έλλειψη πληροφοριών που παρέχει η φωτογραφία της λέξης με τη σημασία και την προέλευσή της, αλλά και την οικογένεια στην οποία ανήκει.

Τρέχουμε συνεχώς και βιαζόμαστε για πράγματα για τα οποία δεν χρειάζεται ταχύτητα αλλά άνεση, περισυλλογή και διάθεση χρόνου. Όταν πρόκειται για πνευματικά θέματα, για επικοινωνία και συγγραφή η βιασύνη γίνεται συνώνυμο της κακής ποιότητας. Το τρέξιμο υπονομεύει την ποιότητα. Άλλο βιάζομαι να πάω στη δουλειά μου κι άλλο βιάζομαι να μιλήσω ή να διαβάσω κάτι γρήγορα. Χάνεις το βάθος και λαμβάνεις απλώς μια χοντρική πληροφορία, πιθανόν εσφαλμένη.

• Έχουμε απομακρυνθεί από το αξιακό μας σύστημα κι έχουν κλονιστεί βασικές σημασίες που θα έπρεπε να περνούν μέσα από την εκπαίδευση. Δεν μορφώνουμε υπεύθυνους, σκεπτόμενους, καλλιεργημένους κι ευαίσθητους πολίτες. Φορτώσαμε το σχολείο με όγκους αμάσητων κι αχώνευτων πληροφοριών, οι οποίοι ποτέ δεν γίνονται χρήσιμοι κι αξιοποιήσιμοι για βαθύτερη γνώση. Υπηρετούν τη στρέβλωση της ελληνικής εκπαίδευσης, η οποία αποτυπώνεται πλήρως με την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

• Η ελληνική οικογένεια έχει την αντίληψη ότι αν το παιδί μπει στο πανεπιστήμιο πετυχαίνει την απόλυτη καταξίωση. Πρόκειται για ένα χονδροειδέστατο λάθος. Μια παρεξηγημένη έννοια της παιδείας και αποπροσανατολισμένης εκπαίδευσης. Η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει ακυρώσει την παιδευτική λειτουργία του λυκείου, το οποίο σου παρέχει τη γενική μόρφωση.

Στην καλύτερη ηλικία των 15 με 18 ετών έχουμε βάλει τα παιδιά στο λούκι της εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση. Μόνο το φροντιστήριο έχει αξία γι’ αυτούς, οδηγώντας στην αχρήστευση του σχολείου και στην υποβάθμιση των δασκάλων. Και τι επιτυγχάνουμε τελικά; Να φεύγουν τα παιδιά από τα σχολεία χωρίς να θυμούνται απολύτως τίποτα.